Εισήγηση στην Ημερίδα για το Νέο Σύνταγμα (Αθήνα, 8 Ιουνίου 2013) 

Pers Vourlis Petros 01a

 

 

Πέτρος Βουρλής

Ηλεκτρολόγος Μηχανικός ΑΠΘ, μέλος της Πρωτοβουλίας για Ριζική Συνταγματική Αλλαγή

NeoSyntagma.net, 8 Ιουνίου 2013

 

Ο Κορνήλιος Καστοριάδης, θέλοντας να περιγράψει τα πολιτικά συστήματα του Δυτικού κόσμου, μίλησε για “φιλελεύθερες ολιγαρχίες”. Πιστεύω πως, αν ζούσε σήμερα, θα αφαιρούσε  την λέξη “φιλελεύθερες”, ειδικά αν εξέταζε το ελληνικό πολιτικό σύστημα . Θα μιλούσε απλά για ολιγαρχίες. 

Το πολιτικό μας σύστημα όχι μόνο δεν είναι δημοκρατικό, αλλά δεν είναι καν αντιπροσωπευτικό. Ο μόνος δρόμος προς μια ουσιαστική πολιτική αλλαγή περνά μέσα από θεσμούς οι οποίοι σταδιακά αλλά ταυτόχρονα με ουσιώδη τρόπο, θα οδηγήσουν στην εκδημοκράτιση του πολιτικού αυτού συστήματος. Και αυτό απαιτεί ριζικές αλλαγές στο υπάρχον Σύνταγμα. Όπως ήδη ακούστηκε, πολλοί ισχυρίζονται ότι το Σύνταγμα μας είναι αξιόλογο και το πρόβλημα που αντιμετωπίζουμε είναι ότι δεν γίνεται σεβαστό, ότι δεν εφαρμόζεται. Δεν είμαι συνταγματολόγος, δεν είμαι καν νομικός, αλλά ως πολίτης θεωρώ το Σύνταγμα της Ελλάδος ένα κακό Σύνταγμα. Κακό για εμάς, τους πολίτες, και πολύ καλό για αυτούς που το συνέγραψαν και αυτούς που εξυπηρετεί, δηλαδή σύσσωμη την πολιτική ελίτ, από την άκρα δεξιά ως και την άκρα αριστερά.

Αν με ρωτούσατε γιατί θεωρώ το Σύνταγμα μας κακό, θα έλεγα απλά πως δεν είναι δημοκρατικό, δεν εξασφαλίζει, με θεσμικό τρόπο ως όφειλε και οφείλει,  την λαϊκή κυριαρχία. Μας μιλά, ήδη από την αρχή, στο άρθρο 1 παρ.2  για “την λαϊκή κυριαρχία ως θεμέλιο του πολιτεύματος”, για να μας πληροφορήσει στην επόμενη παράγραφο πως “όλες οι εξουσίες πηγάζουν από τον λαό” .  Πώς όμως θα υλοποιηθούν πρακτικά αυτές οι σπουδαίες δεσμεύσεις του Συντάγματος “μας”;  Γι’ αυτό δεν μας λέει τίποτα.

Σε όλο τον Δυτικό κόσμο, αλλά και την υπόλοιπη υφήλιο τα τελευταία χρόνια, όταν κάποιος μιλά για άμεση δημοκρατία μιλά κυρίως για τον θεσμό των δημοψηφισμάτων. Πριν προχωρήσω θα ήθελα να κάνω ένα μικρό σχόλιο όσο αφορά τον επιθετικό προσδιορισμό «άμεση». Η δημοκρατία δεν μπορεί παρά να είναι άμεση, αφού μόνο έτσι πραγματώνεται, χωρίς εκπτώσεις, η έννοια της λαϊκής κυριαρχίας. Έτσι, άλλου είδους δημοκρατίες, απλά δεν είναι δημοκρατίες. Το επίθετο «έμμεση» αναιρεί την ίδια την ουσία της δημοκρατίας, αναιρεί την λαϊκή κυριαρχία.

Ας δούμε όμως τον θεσμό των δημοψηφισμάτων.

Καταρχάς θα ήθελα να κάνω μια παρατήρηση και να σας παρακαλέσω το εξής: αν από όσα  πω θα έπρεπε να επιλέξετε να κρατήσετε μόνο ένα στοιχείο, αυτό θα ήθελα να είναι το εξής: δημοψήφισμα δικαιούνται να καλούν μόνο οι πολίτες και ποτέ οι πολιτικοί. Στην διεθνή βιβλιογραφία υπάρχει ξεκάθαρη διάκριση μεταξύ του referendum (του δημοψηφίσματος δηλαδή που καλούν οι πολίτες) και του plebiscite (του δημοψηφίσματος που καλούν οι πολιτικοί). Νομίζω ότι είναι εύκολα κατανοητό σε όλους μας ότι το δεύτερο, έχει ελάχιστη ως καμία σχέση με την δημοκρατία. Θα υπενθυμίσω μόνο ότι τέτοιου είδους  κυβερνητικά δημοψηφίσματα διεξήχθησαν τόσο από τους Πινοσέτ και Σαντάμ Χουσεϊν όσο και από τον “δικό μας” δικτάτορα Παπαδόπουλο.

Ας δούμε τώρα τι προβλέπει το Σύνταγμα της Ελλάδος όσο αφορά τον θεσμό. Η παράγραφος 2 του άρθρου 44 μας πληροφορεί ότι δημοψήφισμα μπορούν να καλέσουν  για κρίσιμα εθνικά θέματα μόνο οι πολιτικοί. Προφανώς την στιγμή, για θέμα και με διατύπωση που ικανοποιεί και ισχυροποιεί αυτούς και όχι εμάς. Επίσης μέσω του συγκεκριμένου άρθρου και πάλι οι πολιτικοί μας, έχουν την δυνατότητα να ακυρώσουν νόμο τον οποίο οι ίδιοι νομοθέτησαν! Βλέπουμε λοιπόν το Σύνταγμα να περιγράφει μια καρικατούρα του θεσμού.  Ακόμα και έτσι όμως η λέξη δημοψήφισμα ήταν και συνεχίζει να είναι  απαγορευμένη τόσο στον πολιτικό μας κόσμο όσο και στα μεγάλα, κυρίαρχα και φυσικά διαπλεκόμενα  ΜΜΕ. Κανείς δεν μίλησε για δημοψήφισμα (έστω και άτυπο)  πριν το 1ο μνημόνιο. Ούτε τα μνημονιακά, ούτε  τα λεγόμενα αντι-μνημονιακά κόμματα. Γιατί πολύ απλά κανείς από όλους αυτούς δεν επιθυμεί να έχουμε φωνή. Αποκτώντας φωνή οι πολίτες,  τα κόμματα χάνουν την ισχύ τους και αυτό είναι κάτι το οποίο φυσικά δεν επιθυμούν.

Επειδή όμως ο χρόνος μας είναι λίγος, επιτρέψτε μου να προχωρήσω στην παρουσίαση ενός βασικού συνόλου μορφών του θεσμού των δημοψηφισμάτων, εκ των ων ουκ άνευ αν μιλάμε για δημοκρατία.

Θα ξεκινήσω με το ΥΠΟΧΡΕΩΤΙΚΟ δημοψήφισμα. Ονομάζεται έτσι γιατί προκηρύσσεται αυτόματα σε οποιαδήποτε προσπάθεια αλλαγής του Συντάγματος. Το Σύνταγμα ως ο βασικός, καταστατικός νομικός χάρτης της χώρας είναι απαραίτητο να είναι απόλυτα σύμφωνο με τις επιθυμίες των πολιτών. Οποιαδήποτε αλλαγή σε αυτό οφείλει να νομιμοποιηθεί δημοκρατικά μέσω δημοψηφίσματος. Υπάρχει κανείς που πιστεύει ότι το περιβόητο άρθρο 86 του Συντάγματος (να σας θυμίσω ότι είναι αυτό το οποίο εξασφαλίζει την απόλυτη ασυδοσία στους πολιτικούς μας) θα μπορούσε να γίνει αποδεκτό από τον λαό μέσω δημοψηφίσματος; Το θεωρώ τουλάχιστον απίθανο.

Έτσι στο νέο μας Σύνταγμα χρειαζόμαστε ένα άρθρο που να ορίζει ξεκάθαρα ότι οποιαδήποτε αλλαγή στο  Σύνταγμα καθώς και συμμετοχή της χώρας σε υπερεθνικούς οργανισμούς ή η δέσμευση της από διακρατικές συμφωνίες, οφείλει να περνά ΥΠΟΧΡΕΩΤΙΚΑ και επιτυχώς την δοκιμασία ενός δημοψηφίσματος.

Μια άλλη μορφή του θεσμού είναι το ΠΡΟΑΙΡΕΤΙΚΟ ή ΑΚΥΡΩΤΙΚΟ δημοψήφισμα. Αυτή την στιγμή δεν υπάρχει κανείς τρόπος να ακυρώσουμε έναν νόμο που θεωρούμε δόλιο, α-νόητο ή απλά μη επιθυμητό. Το “κοινωνικό συμβόλαιο” του Ρουσώ μας λέει ότι ο νόμος αντλεί την νομιμοποίηση του από το γεγονός ότι έχει επιτραπεί σε όλους η συμμετοχή στην διαδικασία της δημιουργίας του. Αν έχουμε αποκλεισθεί από αυτή την διαδικασία τίποτα δεν μας υποχρεώνει να σεβαστούμε τον νόμο. Στην Ελλάδα όχι μόνο είμαστε αποκλεισμένοι –ως πολίτες– από την παραπάνω διαδικασία αλλά δεν έχουμε ούτε καν το στοιχειώδες δημοκρατικό δικαίωμα να ακυρώσουμε έναν νόμο που δεν επιθυμούμε. Πώς θα μπορούσε να γίνει αυτό; Απλά, συλλέγοντας υπογραφές και προκηρύσσοντας δημοψήφισμα. Ζητούμε λοιπόν ο κάθε νόμος να είναι προϊόν ουσιαστικής δημόσιας διαβούλευσης. Ακόμα και τότε όμως θα πρέπει να έχουμε συνταγματικά  το δικαίωμα να ακυρώσουμε ΟΠΟΙΟΝΔΗΠΟΤΕ νόμο δεν επιθυμούμε. Αυτό θα μπορούσε να γίνει πολύ εύκολα  ως εξής: οι πολίτες έχουν στην διάθεση τους 100 ημέρες από την ψήφιση ενός νόμου για να συλλέξουν υπογραφές εναντίον του. Αν καταφέρουν στο παραπάνω χρονικό διάστημα να συλλέξουν υπογραφές οι οποίες θα αντιστοιχούν στο 1% του συνόλου των ψηφοφόρων, καλείται δημοψήφισμα στο οποίο όσοι συμμετέχουν, χωρίς ελάχιστο όριο συμμετοχής προκειμένου να θεωρηθεί το αποτέλεσμα του δημοψηφίσματος έγκυρο, αποφασίζουν για την υιοθέτηση ή ακύρωση του νόμου.

Τα τελευταία χρόνια είδαμε και βλέπουμε να ψηφίζονται νόμοι που ένα μεγάλο κομμάτι της ελληνικής κοινωνίας δεν επιθυμεί. Βίαιες διαδηλώσεις και άγρια καταστολή δεν συνάδουν σε καμία περίπτωση με οποιαδήποτε έννοια δημοκρατίας. Μέσω της υιοθέτησης του ΠΡΟΑΙΡΕΤΙΚΟΥ – ΑΚΥΡΩΤΙΚΟΥ δημοψηφίσματος θα είχαμε την ακριβή και δεσμευτική έκφραση του λαού, χωρίς διαδηλώσεις, χωρίς δακρυγόνα και αστυνομική βία, χωρίς νεκρούς.

Τέλος απαραίτητη είναι η υιοθέτηση δημοψηφίσματος ΛΑΪΚΗΣ ΝΟΜΟΘΕΤΙΚΗΣ ΠΡΩΤΟΒΟΥΛΙΑΣ.  Ιδανικά, σε μια αυτόνομη κοινωνία, όλοι οι νόμοι προτείνονται και επικυρώνονται από τους πολίτες. Αυτό συνέβαινε στην αρχαία Αθήνα, και θα μπορούσε να συμβεί και σήμερα αν το επιθυμούσαμε. Σαν ένα πρώτο βήμα προς την δημοκρατία, ή αν απλά δεν επιθυμούμε να ψηφίζουμε εμείς για τον κάθε νόμο, μπορούμε να αφήσουμε την νομοθετική διαδικασία στους εκλεγμένους από εμάς συμπολίτες μας και εμείς να ελέγχουμε την “εργασία” τους μέσω των προαιρετικών – ακυρωτικών δημοψηφισμάτων (όπως ανέφερα προηγουμένως). Παρόλα αυτά, πάντα θα υπάρχουν στιγμές που οι εκλεγμένοι από εμάς αντιπρόσωποι δεν θα θελήσουν, από άγνοια ή δόλο, να ανοίξουν τον δημόσιο διάλογο για κάποια ζητήματα. Εκεί έρχεται να καλύψει το κενό το δημοψήφισμα λαϊκής νομοθετικής πρωτοβουλίας.

Μέσω του παραπάνω θεσμού θα μπορούσαμε να προτείνουμε οποιαδήποτε θέση επιθυμούμε. Προϋπόθεση είναι φυσικά ο σεβασμός στις αρχές του δικού μας Συντάγματος  και η συλλογή ενός σημαντικού αλλά όχι ιδιαίτερα υψηλού αριθμού υπογραφών, για παράδειγμα δύο τοις εκατό (2%) του εκλογικού σώματος σε μια περίοδο 18 μηνών. Με αυτό τον τρόπο μπορούμε να καλέσουμε δημοψήφισμα υπέρ της πρότασης μας. Αν η πλειοψηφία των συμπολιτών μας ψηφίσει υπέρ της πρότασης, αυτή προστίθεται αυτόματα στο Σύνταγμα.

Ο παραπάνω μηχανισμός μπορεί να χρησιμοποιηθεί (και χρησιμοποιείται) από ομάδες που συνήθως αποτελούν μειοψηφία προκειμένου να ξεκινήσουν έναν δημόσιο διάλογο σχετικό με τις θέσεις τους. Είναι μια ξεκάθαρη απόδειξη ότι επιχειρήματα εναντίον του θεσμού, βασιζόμενα στην γνωστή θέση περί  “τυραννίας της πλειοψηφίας” είναι λανθασμένα, αν όχι δόλια.

Τέλος θα ήθελα να τονίσω πως η συνταγματική κατοχύρωση δημοψηφισμάτων είναι αναγκαία αλλά όχι ικανή συνθήκη για την ύπαρξη της δημοκρατίας. Με άλλα λόγια δεν αρκούν για να εξασφαλίσουν σε όλους εμάς την δημοκρατία αλλά σίγουρα η απουσία τους συνεπάγεται και την απουσία της δημοκρατίας.

Σας ευχαριστώ.

NeoSyntagma.net, 8 Ιουνίου 2013

 

Η παρούσα ανάρτηση αποσκοπεί στην ενημέρωση των επισκεπτών του NeoSyntagma.net και δεν συνεπάγεται τη συμφωνία της Πρωτοβουλίας με το περιεχόμενό της (απόψεις που υποστηρίζονται, πράξεις που προβάλλονται κλπ).

Δημοψήφισμα και Ελλάδα

2 σχόλια στο Δημοψήφισμα και Ελλάδα

  • 20/06/2013 στο 10:51 πμ
    Σύνδεσμος

    Αφού και γραπτά σας συγχαρώ για την πρωτοβουλία της ημερίδας, καταθέτω τις παρατηρήσεις-ερωτήσεις που εξέθεσα στην ημερίδα για περαιτέρω επεξεργασία:
    1. Πώς κατοχυρώνονται τα δικαιώματα των μειοψηφιών; Μάλιστα σε ενδεχόμενο δημοψήφισμα τι ακολουθεί ως προς τη μειοψηφούσα πρόταση;
    2. Πώς μπορούμε τώρα να προκαλέσουμε δημοψήφισμα; Πότε ακόμη και ως άτυπο μπορεί να έχει εγκυρότητα, έστω σχετική;
    3. Πώς μπορούμε σήμερα, σήμερα, να επιτύχουμε την θέσπιση δημοψηφισμάτων; Μέσω ποιάς διαδικασίας και με ποιούς πολιτικούς συσχετισμούς;

    Φιλικά Ν.Κ.

    Απάντηση
  • 25/06/2013 στο 1:29 μμ
    Σύνδεσμος

    Σας ευχαριστώ για τα καλά σας λόγια και τις εύλογες ερωτήσεις σας.

    1. Εδώ πρέπει να κάνουμε μια διάκριση. Υπάρχουν δύο ειδών μειοψηφίες. Αυτή που αναδύεται μέσα από ένα δημοψήφισμα και αφορά ένα συγκεκριμένο θέμα και η εγγενής μειοψηφία.
    Η πρώτη είναι μια πολιτική μειοψηφία. Για ένα συγκεκριμένο θέμα και σε ένα συγκεκριμένο δημοψήφισμα μπορεί να αποτελώ μέρος της μειοψηφίας αλλά το πιθανότερο είναι πως για ένα άλλο ζήτημα και σε ένα άλλο δημοψήφισμα θα αποτελώ μέρος της πλειοψηφίας. Αυτό εκπαιδεύει τους πολίτες σε μια λογική συναίνεσης. Πρέπει να έχουμε πάντα στο μυαλό μας την ιστορικότητα των αποφάσεων. Ό,τι σήμερα είναι ως ιδέα μειοψηφικό μπορεί στο άμεσο ή λίγο μακρινότερο μέλλον να έχει κερδίσει μια ξεκάθαρη πλειοψηφία. Σε καμία περίπτωση δεν θα πρέπει να βλέπουμε την νίκη μας σε ένα δημοψήφισμα ως δικαίωμα να επιτεθούμε και να υπερισχύσουμε των “αντιπάλων” μας. Οι λογικές αυτές ανήκουν, διδάσκονται και υιοθετούνται σε κοινωνίες που η πολιτική οργάνωση είναι ολιγαρχική. Η δημοκρατία διδάσκει την αυτοσυγκράτηση, τον αυτοπεριορισμό, τον σεβασμό και το όφελος από την πολυφωνία.
    Το πρόβλημα γίνεται εντονότερο όταν κάποιος ανήκει σε μία εγγενή μειοψηφία. Όταν δηλαδή πιστεύει σε κάποια θρησκεία, μιλά κάποια γλώσσα ή έχει κάποια χαρακτηριστικά τα οποία δεν μπορούν ή δεν επιθυμεί να τα αλλάξει. Παράδειγμα τέτοιας χώρας είναι και η Ελβετία. Εκεί βλέπουμε πως οι (αμεσοδημοκρατικοί) θεσμοί έχουν λειτουργήσει με ένα ιδιαίτερα επιτυχημένο τρόπο. Με μία προϋπόθεση. Ότι δεν υπάρχουν ομάδες οι οποίες να αποτελούν μειοψηφίες σε περισσότερες από μία ιδιότητες τους. Αν κάποιος αποτελεί μειοψηφία γλωσσική και θρησκευτική και φυλετική, τότε ναι είναι πιθανό να υπάρξουν φαινόμενα διάκρισης.
    Γενικά μιλώντας, θα λέγαμε ότι οι πολίτες σε μία δημοκρατία έχουν το δικαίωμα να αποφασίσουν ό,τι μπορεί να αποφασισθεί και από τα κοινοβούλια. Τίποτα περισσότερο αλλά σίγουρα και τίποτα λιγότερο.
    2. Σε εθνικό επίπεδο, ως πολίτες, δεν μπορούμε να προκαλέσουμε δημοψήφισμα. Το Σύνταγμα δεν το προβλέπει. Μπορεί να γίνει σε επίπεδο τοπικής αυτοδιοίκησης αλλά και εκεί ο θεσμός είναι σχετικά “αποδυναμωμένος” (http://www.eetaa.gr:8080/kodikas/k_arthra.jsp?arthro=216).
    3. Αυτό ακριβώς αναρωτιόμαστε και ψάχνουμε και εμείς. Θεωρούμε πως το σημαντικότερο είναι να ενημερώσουμε όσους περισσότερους συμπολίτες μας μπορούμε για το τι πραγματικά είναι η δημοκρατία και πως μπορεί αυτή να πάρει σάρκα και οστά μέσω των δημοψηφισμάτων που καλούν ΜΟΝΟ οι πολίτες. Αν καταφέρουμε να διαδοθεί η ιδέα, να μην υπάρχει κανείς Έλληνας που να μην την γνωρίζει, τότε θα είναι εύκολο να απαιτήσουμε από τον πολιτικό κόσμο να πάψει να είναι ερμητικά κλειστός και περιορισμένος σε κομματικούς μηχανισμούς και πρακτικές αλλά να δεχθεί πως οι πολίτες θέλουν πλέον να έχουν μια ουσιαστική πολιτική ζωή. Αν αποφασίσουμε εμείς να είμαστε πολίτες, αυτό απλά θα συμβεί.
    Βουρλής Πέτρος

    Απάντηση

Γράψτε απάντηση στο Νίκος Καραβαζάκης Ακύρωση απάντησης

Η ηλ. διεύθυνση σας δεν δημοσιεύεται. Τα υποχρεωτικά πεδία σημειώνονται με *

87  −    =  78